'Ενα απόγευμα λίγο πριν να έρθει το καλοκαίρι του 1965, η μητέρα μου ανέβαινε περπατώντας την οδό Πειραιώς. Μέσα της κουβαλούσε εμένα αλλά και μια στενοχώρια. Καθώς βάδιζε, ευχόταν το βάρος που αισθανόταν στην καρδιά κάπως να γινόταν και να το μοιραζόταν. 'Εφτασε έξω από την Πολυκλινική. Η πόρτα της εκκλησούλας του Αγίου Γερασίμου ήταν ανοιχτή. 'Εκανε τον σταυρό της και μπήκε. 'Ενας σεβάσμιος γέροντας και μάλλον ο εφημέριος του ναού, Πορφύριο τον έλεγαν, την είδε να στέκεται εμπρός στην εικόνα του Αγίου βουρκωμένη. Γύρισε και τον κοίταξε. Κάπως μίλησε μέσα της η ματιά του και του είπε:
-Θέλω να εξομολογηθώ, πάτερ.
Και ξομολογήθηκε. Και το βάρος της καρδιάς της όχι μόνο το μοιράστηκε αλλά αλάφρωσε το μέσα της. 'Εγινε αέρινη η πνοή της κι ο αναστεναγμός εξαφανίστηκε.
Την σταύρωσε ο γέροντας και σταύρωσε κι εμένα που ήμουν στην κοιλιά της.
-Απόψε το βράδυ, θα πεις ένα ποτήρι γάλα και αύριο το πρωί θα πάς στη θεία λειτουργία και θα κοινωνήσεις.
'Ετσι της είπε κι εκείνη έφυγε χαρούμενη και ήρεμη.
Χρόνια μετά τον ξανασυνάντησε στο Μήλεσι. Πήγε εκεί με την κουμπάρα μας τη Σωσώ που ήταν καρκινοπαθής. Είχαν ακούσει ότι σε αυτό το μέρος, ζει ένας γέροντας διορατικός και πνευματοφόρος. Η μητέρα μου δε μπορούσε να φανταστεί ποιος ήταν. Το κατάλαβε αργότερα. Ο Γέροντας Πορφύριος σταύρωσε την κουμπάρα τη Σωσώ και της είπε: ‘’Σωτηρία μου, τώρα είσαι στα χέρια του Θεού’’. 'Υστερα γύρισε στη μητέρα μου που ακόμα δεν τον είχε καλά αναγνωρίσει καλά, αφού είχαν περάσει 17 χρόνια από εκείνη την πρώτη συνάντηση μαζί του και της είπε:
-Πόσα παιδάκια έχεις Αγγελική μου;
Η μητέρα μου άρχισε να λέει ένα-ένα τα ονόματά των πέντε μας, αφού το έκτο παιδί δεν είχε γεννηθεί ακόμα. Κι εκείνος μία που άκουσε τα ονόματα και μία που άρχισε να τα αριθμεί με τα δάχτυλα του χεριού του και να επαναλαμβάνει με μια χαρά στη φωνή: ‘’Είπαμε λοιπόν πως τα παιδάκια που έχεις είναι η Σταματίνα,ο Μιχάλης, ο Νεκτάριος, ο Κώστας, η Μαρίνα. Ευλογημένα να είναι!’’
Σε αυτό το σημείο άνοιξαν τα μάτια της μητέρας μας και κατάλαβε πως αυτός ο γέροντας ήτανε ο ίδιος που είχε συναντήσει τον Μάϊο του 1965, ένα μήνα πριν με γεννήσει. Θυμάμαι πως όταν ήρθε στο σπίτι μου είπε: ''Είναι ο ίδιος ο γέροντας που με ευλόγησε και τότε που ήμουν έγκυος σε σένα και έπασχα από φοβίες και νόμιζα πως θα πεθάνω στη γέννα. Και τώρα νιώθω πως με γνώρισε μα από ταπείνωση δεν μου είπε κάτι….παρά μόνο χάρηκε τόσο πολύ όταν άκουσε τα ονόματα και των πέντε σας''.
Ήμουν μικρή τότε, δεκαεφτά ετών, ευχαριστιόμουν με αυτά που μου έλεγε η μητέρα μου μα αγωνιούσα πολύ για την κουμπ'αρα.
‘’Για την κουμπάρα τη Σωσώ, τι είπε ο γέροντας;’’ τη ρώτησα. Η μαμά έδειξε λυπημένη, μόλις με άκουσε και είπε:
‘’Την σταύρωσε ο γέρντας λέγοντάς της: ''ό,τι σου πουν οι γιατροί παιδί μου…μα όπως και νάχει είσαι στα χέρια του Θεού…’’
‘’Ναι, αλλά εσύ μαμά πώς το ερμήνευσες αυτό;’’ τη ρώτησα με αγωνία, γιατί και την αγαπούσαμε και πολύ τη νοιαζόμαστε τη Σωσώ, αφού ζούσαμε την ασθένειά της από κοντά, δέκα ολόκληρα χρόνια. Η μαμά με κοίταξε με λύπη:
‘’Η Σωσώ φεύγει…αυτό άφησε ο Γέροντας να εννοηθεί’’. Και έτσι κι έγινε μετά από τρεις μήνες….
Από μια άλλη μεριά της πόλης μας, ο Αντώνης ο Μεταξάς, ένα άλλο αγόρι δεκαεννιάχρονο, αντιδραστικό πολύ και με ανύπαρκτες σχέσεις με την εκκλησία γνώρισε τον Άγιο Πορφύριο, όχι από επιλογή, αλλά ακούσια. Τον πήγε εκεί ο πνευματικός του πατέρας, ο π. Δανιήλ ο Γούβαλης, τον οποίο γνώρισε στα δεκαπέντε κι ενώ σχεδόν ποτέ δεν τον υπάκουε ποτέ δεν ξεκόλλαγε και από δίπλα του. Μουρμούραγε για ό,τι του έλεγε και με ό,τι τον συμβούλευε, αλλά όλο τριγυρνούσε διαρκώς γύρω του. Και ο παππούλης ο Δανιήλ ήταν εκείνος που τον πήγε στον άγιο Πορφύριο. Ο Αντώνης είχε βιώσει οδυνηρά το διαζύγιο των γονιών του και ο παππούλης ο Δανιήλ ήξερε ότι σε αυτές τις περιπτώσεις η έμεση εργασιοθεραπεία είναι μέρος της ίασης των τραυμάτων της ψυχής. Τον φώναζε έτσι στη Μαλακάσα και πήγαιναν μαζί στο Μήλεσι όπου ζούσε ο άγιος Γέροντας.Εκεί ο άγιος έβαζε τον Αντώνη μαζί με άλλα νεαρά παιδιά που ήταν εκεί, να ανοίγουν ζώνες πυρασφάλειας στο δάσος μα και να κάνουν και άλλες εργασίες προκειμένου η έκταση αυτή να καθαριστεί, να φυτευτεί και σιγά σιγά να αρχίσει να θεμελιώνεται το μοναστήρι. Ο Αντώνης θυμάται πως καθε τόσο ερχόταν ο Άγιος με έναν κουβά γεμάτο νερό και με ένα τσίγκινο κουπαδελάκι, τους έδινε να πιουν. Σα να τους κοινωνούσε.
Κάθε Σάββατο απόγευμα ο Άγιος Πορφύριος, μαζί με τον πατέρα Δανιήλ, έκαναν αντιαιρετικά μαθήματα, αφού γνώσεις μεγάλες είχαν επί του δόγματος, σε συγκεντρώσεις που γίνονταν σε διάφορα σπίτια της Μαλακάσας. Βλέπεις οι χιλιαστές είχαν αρχίσει να εξαπλώνονται εκεί με ταχύτατους ρυθμούς. Ο πατέρας Δανιήλ είχε παρακαλέσει τότε τον Αντώνη, που είχε πάρει το δίπλωμα αυτοκινήτου, να γίνει ο οδηγός τους καθότι ούτε ο άγιος Πορφύριος μα ούτε κι εκείνος είχανε κάποιο μέσο να μετακινηθούν. Σίγουρα είχαν πολλούς γνωστούς που θα μπορούσαν να τους εξυπηρετήσουν, όμως για κάποιο λόγο ζητούσαν τον Αντώνη.
Ο Αντώνης βεβαίως δεν αρνήθηκε ποτέ, αλλά κάθε φορά μουρμούραγε μέσα του κι έλεγε:
‘’Τι γυρεύω εγώ εδώ τώρα; Λες και δεν έχω δουλειά! Κανονικά έπρεπε να είμαι με τους φίλους μου για καφέ….’’
Αυτά και άλλα έλεγε ο Αντώνης και ο παππούλης ο Πορφύριος που διάβαζε τη σκέψη του, έλεγε με ταπείνωση:
‘’Τι δουλειά έχεις εσύ τώρα καλό μου παιδί με μας; Πόσο πολύ σε ταλαιπωρούμε…Να μας συγχωρείς παιδί μου…να μας συγχωρείς…’’
Σήμερα ο Αντώνης λέει βουρκωμένος: ''Και πού να ήξερα τότε, ότι είχα έναν Άγιο μέσα στο αυτοκίνητο;''
Πέρασαν τα χρόνια. Τον Νοέμβριο του 1990, η μητέρα του Αντώνη, διεγνώσθη με όγκο στον εγκέφαλο ο οποίος πίεζε το οπτικό νεύρο. Όταν πήγανε στον Άγιο, εκείνος της είπε:
‘’Τίποτα δεν έχεις παιδί μου. Θα χειρουργηθείς και όλα θα γίνουν όπως πρώτα’’. 'Οπως τα είπε έτσι και έγιναν τα πράγματα.
Λίγους μήνες πριν παντρευτούμε με τον Αντώνη, ο γέροντας κοιμήθηκε οσιακά στις 2 Δεκεμβρίου 1991. Παρ’ όλα αυτά, ενώ προσωπική επαφή δεν είχα ποτέ μαζί του, παρά μόνο την ευλογία του τη μέρα εκείνη που ευλόγησε της μητέρα μου η οποία με κυοφορούσε, πάντα έτρεφα μια ευβλάβεια προς αυτόν και το επικαλούμουν στα δύσκολα.. Έχω πολλά να διηγηθώ ωραία και θαυμαστά. Μα θα σταθώ σε δύο.
Το πρώτο συνέβη τη μέρα της Αγιοκατάταξής του, 2 Δεκεμβρίου του 2013. Την ώρα της θείας λειτουργίας, ένιωθα μια ουράνια χαρά να πλημμυρίζει την καρδιά μου. Σε μια στιγμή σκέφτηκα ένα πρόσωπο με το οποίο κάποτε μας ένωσαν πολλά ωραία κι ήρθε μια στιγμή που μας χώρισαν πολλά πικρά. Σκεφτόμουν λοιπόν μέσα μου, κατά την ώρα της λειτουργίας:
‘’Πόσο μικροί είμαστε οι άνθρωποι και φθείρουμε τη ζωή μας με μικρά και ταπεινά. Αχ Άγιέ μου…τι καλά θα ήταν να συναντούσα κι εκείνο το πρόσωπο και να σβήναμε με μιας όλες τις πικρίες που μας χωρίζουν…’’
Ήρθε η ώρα της θείας Κοινωνίας. Προχώρησα το προσκυνητάρι όπου ήταν ακουμπισμένη η στολισμένη του εικόνα. ‘Εσκυψα να προσκυνήσω και τότε…Έγινε κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ! Σα να είδα μπροστά μου ένα χέρι κανονικό και όχι ζωγραφισμένο και μια ευωδιά συγκλονιστική, που όταν τη φέρνω στο νου δακρύζω, με τύλιξε και με αγκάλιασε στην κυριολεξία. Δάκρυα ασταμάτητα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια μου, το σώμα μου τρανταζόταν από λυγμούς και η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά γι αυτήν την αγκαλιά που καταδέχτηκε να κάμει αυτός ο άγιος σε μένα την ταπεινή και ανάξια. Με το τέλος της θείας λειτουργίας προχώρησα και στάθηκα στη σειρά με εκατοντάδες προσκυνητές, περιμένοντας να ανέβω στο κελλάκι του και να προσκυνήσω κι εκεί. Ο Αντώνης είχε μείνει πίσω με τα παιδιά. Κάποια στιγμή ένιωσα να έρχεται και να στέκεται δίπλα μου κάποιος…Γυρνώ και τι να δω; Ήταν το πρόσωπο με το οποίο μας χώριζαν εκείνα τα πικρά τα γεγονότα και γι αυτό είχα θερμά προσευχηθεί στον άγιο, την ώρα της θείας λειτουργίας. Κι εκείνος άκουσε και τον έφερε δίπλα μου. Τόσες χιλιάδες κόσμος ήταν εκεί κι εκείνο το πρόσωπο ήρθε και στάθηκε εκεί που ήμουν κι εγώ. Κοιταχτήκαμε και χωρίς να πούμε καμιά κουβέντα, αγκαλιαστήκαμε, κλάψαμε και συγχωρεθήκαμε. Από τότε μια εικόνα του Αγίου, βρίσκεται σε περίοπτη και τιμητική θέση μέσα στο σαλόνι του σπιτιού μας κι εκεί στρέφω το βλέμμα μου πολλές στιγμές της μέρας, στα εύκολα και στα δύσκολα, στα απλά και στα περίπλοκα.
Πολλές φορές με ακούω να του λέω: ''Εγώ δεν τα βγάζω πέρα ...βγάλτα εσύ''...Και τα βγάζει. Με επιτυχία. Γιατί τον εμπιστεύομαι.
'Οταν το 2015, έφυγα από την εκπαίδευση, θέλησα να επιδοθώ στη συγγραφή των βιβλίων. Το πρώτο μου βιβλίο είχε εκδοθεί ήδη από το 2006.
Έβγαλα από το συρτάρι το ‘’Πάσχα του Γιωργή’’, γραμμένο από το 2008 και ανέκδοτο. Το διάβασα, το διόρθωσα πολλές φορές και το έκλεισα σε έναν φάκελο.
-Πού να το στείλω; Έκανα την ερώτηση στον εαυτό μου.
Είχα κάνει μια έρευνα σε εκδοτικούς οίκους και για έναν λόγο που δεν κατάλαβα, στάθηκα στον εκδοτικό οίκο του κ. Αθανασίου Σταμούλη. Βέβαια είχα διαβάσει στην ιστοσελίδα των εκδόσεων πως η απάντηση, θετική ή αρνητική ως προς την έκδοση, δεν μπορεί να δοθεί, για κανένα συγγραφικό έργο, πριν τους έξι μήνες.
'Εγραψα τη διεύθυνση,''Εκδόσεις Σταμούλη, Αβέρωφ 2, Αθήνα'' , έξω από τον φάκελο και πλησίασα την εικόνα του Αγίου που στεκόταν στο σαλόν:
‘’Άγιέ μου…του λέω…αν εσύ θέλεις να προχωρήσω σα συγγραφέας, βοήθησε να ανοίξει ο δρόμος. Αν όμως δεν είναι για καλό εσύ ο ίδιος να κλείσεις τον δρόμο…’’
Αυτά είπα, σταύρωσα τον φάκελλο τρεις φορές και τον ταχυδρόμησα.
Σε τρεις μέρες, έλαβα μήνυμα από τον εκδοτικό οίκο. Μεγάλη έκπληξη αφού θεωρούσα πως η απάντηση δεν θα ερχόταν πριν τους έξι μήνες.
Πήγα στη συνάντηση που ορίστηκε, για να γνωριστώ με την κινητήρια δύναμη των εκδόσεων, την κ. Σταυρούλα Σταμάτη.
Είπαμε πολλά και στο τέλος μου είπε:
‘’Το βιβλίο σας μας άρεσε πολύ. Κυριαρχεί μια λεπτότητα, στα μηνύματα που επιθυμείτε να περάσετε μέσα από τα γραφόμενά σας. Βάζετε τον στόχο με μια διακριτικότητα. Και ξέρετε; Αυτό πρέσβευε και ο Άγιος Πορφύριος…'Ελεγε πως δεν πρέπει να πιέζουμε τα παιδιά αλλά ούτε και τους μεγάλους, μα να ρίχνουμε τον σπόρο με μεγάλη διακριτικότητα. Αυτός ο εκδοτικός οίκος, κυρία Βλασταράκου, συνεχίζει η Σταυρούλα, έχει ως προστάτη τον 'Αγιο Πορφύριο. Ο ιδιοκτήτης του, ο κύριος Θανάσης, έζησε όλα τα χρόνια δίπλα στον άγιο και τον επικαλείται κάθε ώρα και στιγμή, σε λύπη ή σε χαρά’’.
Για άλλη μια φορά ένιωθα να χάνω τη φωνή μου με τον άγιο. Και μέχρι σήμερα που το σκέφτομαι καθώς η συνεργασία μου συνεχίζεται με τις εκδόσεις, συγκινούμαι βαθιά και τον ευχαριστώ και για αυτό και για πολλά πολλά ακόμα. Είναι δίπλα μας, ανάμεσα σε όλους μας και μοιράζεται μαζί μας τα πιο απλά αλλά κυρίως τα πιο δύσκολα.
Ας έχουμε όλοι την σκέπη του, την ευλογία του και την πρεσβεία του κι ας τον επικαλούμαστε σε όλους τους καιρούς, γιατί όπως είχε πει και ο ίδιος:
''Όταν θα φύγω στους ουρανούς, απελευθερωμένος πια από την σάρκα την ταλαίπωρη, τότε θα είμαι διαρκώς μαζί σας''.
Και έτσι είναι. Περισσότερο και διαρκώς μαζί μας κι όλο μας ευλογεί κι όλο μας σκεπάζει και μας προστατεύει και μας κρύβει από το κακό.
Χρόνια πολλά, ευλογημένα και Παναγιοσκέπαστα από την Παναγία την Γερόντισσα που γιορτάζει σήμερα και Αγιοσκέπαστα από τον Άγιό μας, τον Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη!
ΤΒΜ