«Χρόνια πολλά πριν,
όταν στα χέρια το έπιασε η μαμή
πρώτα το σταύρωσε
κι ύστερα στη μάνα το έδωσε.
Κι η μάνα του στην κούνια το πρωτόβαλε
και τα χεράκια του,
τού σταύρωσε κι εκείνη
κι έναν σταυρό ξύλινο
στο προσκεφάλι του,
αποπάνω κρέμασε.
Και ο νουνός του όταν το βάφτισε,
σταυρό μαλαματένιο τού εδώρισε
και ο παπάς,
στο λαιμό του
τον εφόρεσε.
«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν»
του είπε
«ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι».
Κι ύστερα στη μάνα
το παρέδωσε
κι εκείνη
τα τρία δάχτυλα τού έσμιξε
και το ‘μάθε πώς να σταυροκοπιέται.
Κι όταν το κοίμιζε,
πάλι τρεις φορές το σταύρωνε.
Κι όταν το ξύπναγε,
το ξανασταύρωνε.
Κι όταν για το σχολείο το ‘διωχνε,
πάλι και ξανά το σταύρωνε.
Κι έτσι το έμαθε,
πώς να σταυροκοπιέται,
όταν πρωί από την πόρτα βγαίνει,
όταν μπροστά από εκκλησιά διαβαίνει,
όταν την καμπάνα της ακούει,
όταν στο τραπέζι κάθεται
και όταν από αυτό σηκώνεται,
όταν ο κίνδυνος το απειλεί.
Μια ζωή στο λαιμό του
τον σταυρό
εκρέμασε,
φυλαχτό πολύτιμο
και υπόσχεση έδωσε,
στην πλάτη να τον κουβαλά
και τον δικό του Γολγοθά να ανεβαίνει.
Νίκη και θρίαμβος το ξέρει
πως θα είναι,
μα πριν το ξέρει
πως την ήττα
θα γευτεί.
Κι αυτό η μάνα του,
του το’χε πει.
Και όταν θα φύγει απ’ τη ζωή,
το ξέρει,
πως το κορμί του αυτό
το κουρασμένο
στη γη θα πέσει να αναπαυτεί
κι εκεί μαζί με τον Σταυρό
την ανάσταση των πάντων
θα προσμένει».
Η χαρμολύπη της ζωής μας,
ο Τίμιος Σταυρός.
Ο Τίμιος Σταυρός που
υψώνεται και
γίνεται η ωραιότητα,
ο φύλακας
το στήριγμα, το καύχημα, το θαύμα.
Μαζί του υπομένουμε,
κατω από τη δική του σκέπη
ελπίζουμε,
με τη δική του προστασία προσμένουμε,
την ώρα του θριάμβου του Χριστού.
Όσο βαθύ κι αν είναι το σκοτάδι, όσο κι αν φαίνεται πως το κακό νικά,
τόσο οι λόγοι Του δυνατά ηχούν και με χαρά την καρδιά πλημμυρίζουν:
«ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον».
14 Σεπεμβρίου 2023
Φωτ. «Χριστός ο Ελκόμενος», Μονεμβασιά