Ο προφήτης Δανιήλ είναι ένας από τους τέσσερις μεγάλους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Γεννήθηκε στην Άνω Βηθαρά και έζησε στα τέλη του 7ου με τις αρχές 6ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη φυλή του Ιούδα και καταγόταν από τη βασιλική οικογένεια του Δαβίδ (Δανιήλ 1,3-6). Το όνομά του σημαίνει "ο Κύριος είναι ο κριτής μου".
Ο βασιλιάς των Βαβυλωνίων Ναβουχοδονόσορ πολιόρκησε την Ιερουσαλήμ, την κατέλαβε και έσυρε τους κατοίκους της αιχμάλωτους στη Βαβυλώνα. Έτσι ο Δανιήλ σε νεαρή ηλικία οδηγήθηκε μαζί με τους γονείς του αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα το 605 π.Χ. (Δανιήλ 1,4). Ο βασιλιάς διέταξε τον Ασπενάζ, προϊστάμενο του προσωπικού του, να επιλέξει από τους Ισραηλίτες όσους νέους ήταν από βασιλική γενιά ή από οικογένειες ευγενών. Αυτοί δεν έπρεπε να έχουν κανένα σωματικό ελάττωμα. Έπρεπε να είναι εμφανίσιμοι, να έχουν μεγάλη μόρφωση και να διαθέτουν γνώση και αντίληψη, προκειμένου να προσληφθούν στα ανάκτορα, στην υπηρεσία του βασιλιά. Θα τους δίδασκαν να διαβάζουν και να γράφουν τη γλώσσα των Βαβυλωνίων.
Ο Δανιήλ ήταν προικισμένος με πολλά φυσικά και πνευματικά χαρίσματα γι' αυτό και ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ τον διάλεξε μαζί με τρία άλλα παιδιά, τον Ανανία, τον Αζαρία και τον Μισαήλ, να παραμείνουν στην βασιλική αυλή όπου ανατράφηκαν και σπούδασαν. Επειδή η απόδοσή τους στις σπουδές ήταν άριστη, όταν ενηλικιώθηκαν ο βασιλιάς τους τοποθέτησε σε ανώτερες θέσεις του παλατιού (Δανιήλ 1,5 και 1,18-19). Ο προσωπάρχης του παλατιού έδωσε στο Δανιήλ και τους τρεις φίλους του νέα ονόματα. Στο Δανιήλ το όνομα Βαλτάσαρ, στον Ανανία το όνομα Σεδράχ, στο Μισαήλ το όνομα Μισάχ και στον Αζαρία το όνομα Αβδεναγώ (Δανιήλ 1,7).
Αφού πέρασε ο χρόνος που είχε ορίσει ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ για να παρουσιάσουν σ’ αυτόν τους νέους, ο προϊστάμενος του προσωπικού τους οδήγησε μπροστά του. Ο βασιλιάς συζήτησε μ’ όλους αυτούς, αλλά δε βρήκε κανέναν σαν το Δανιήλ, τον Ανανία, το Μισαήλ και τον Αζαρία. Έτσι τους προσέλαβε στην υπηρεσία του. Και για οποιοδήποτε ζήτημα τους ρωτούσε ο βασιλιάς και απαιτείτο σοφία και ευφυΐα, τους έβρισκε δέκα φορές καλύτερους απ’ όλους τους μάγους και τους μάντεις του βασιλείου του. Εκείνο που ενδιέφερε το νεαρό Δανιήλ και τους τρεις φίλους του, ήταν να παραμείνουν σταθεροί στις πατρικές τους παραδόσεις και στην εφαρμογή του Μωσαϊκού νόμου. Αυτό φάνηκε γρήγορα, γιατί ποτέ δεν έφαγαν και δεν ήπιαν απ' τα φαγητά και τα ποτά απ' το βασιλικό τραπέζι καθώς προέρχονταν από θυσίες σε βαβυλωνιακούς θεούς (Δανιήλ 1,8-17). Γι' αυτό και ο ίδιος και οι φίλοι του αμείφθηκαν από το Θεό με αρκετά χαρίσματα. Επιπλέον ο Δανιήλ από έφηβος είχε το χάρισμα της προφητείας, δοσμένο από το Θεό και μάλιστα κατανοούσε κάθε όραμα και όνειρο" (Δανιήλ 1,17).
Κάποτε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ είδε ένα όνειρο, και κάλεσε τους μάντεις και τους σοφούς της Βαβυλώνας, για να του το ερμηνεύσουν. Εκείνοι όμως δεν μπόρεσαν να δώσουν κάποια εξήγηση. Τότε κάλεσε τον Δανιήλ και ο προφήτης έδωσε την εξής ερμηνεία: τα τμήματα του αγάλματος με τα διάφορα υλικά αντιπροσωπεύουν τις διάφορες επίγειες βασιλείες, με αρχή το βαβυλωνιακό κράτος. Το κράτος αυτό, όπως και τα υπόλοιπα βασίλεια που θα ακολουθήσουν (Μήδοι και Πέρσες, Μ. Αλέξανδρος, Πτολεμαίοι και Σελευκίδες), θα συντριβούν από το Θεό του Ουρανού, που θα αναστήσει άλλο βασίλειο (του Μεσσία) και θα θρυμματίσει όλες τις άλλες βασιλείες, ενώ το ίδιο θα παραμείνει αιώνιο.
Έτσι ο Δανιήλ εξήγησε όνειρα του βασιλιά και των αξιωματούχων του (Δανιήλ 2,13-47. 4,1-30). Λόγω των χαρισμάτων τοποθετήθηκε διοικητής της Βαβυλώνας (Δανιήλ 2,48) και αργότερα ανέλαβε και άλλες κυβερνητικές θέσεις.
Συγκλονιστική είναι και η ερμηνεία του Δανιήλ για ένα ακόμη όραμα. Κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου, ο τελευταίος βασιλιάς της Βαβυλώνας Βαλτάσαρ θέλησε να χρησιμοποιήσει τα ιερά σκεύη του Ναού, τα οποία είχε διαρπάξει ο Ναβουχοδονόσορ. Τότε είδαν όλοι με κατάπληξη και τρόμο ένα χέρι να γράφει στον τοίχο τρεις ακατανόητες λέξεις. Ο βασιλιάς κάλεσε τότε όλους τους μάγους και τους συμβούλους του για να εξηγήσουν τη γραφή, αλλά χωρίς επιτυχία. Μόνο ο προφήτης Δανιήλ μπόρεσε να ερμηνεύσει αυτό το όραμα. Οι λέξεις προανήγγελλαν την άμεση καταστροφή του βαβυλωνιακού κράτους από τους Μήδους και τους Πέρσες. Μετά την εξήγηση του ονείρου του βασιλιά Βαλτάσαρ, ο Δανιήλ ανακηρύχθηκε ως ο τρίτος άρχοντας του βασιλείου (Δανιήλ 5,29). Όμως το όραμα εκπληρώθηκε το ίδιο βράδυ καθώς η Βαβυλώνα καταλύθηκε από τους Πέρσες (539 π.Χ.).
Μετά την κατάκτηση της Βαβυλώνας από τους Πέρσες και τους Μήδους, και την αναρρίχηση του Δαρείου στο θρόνο των Περσών, ο Δανιήλ έγινε ένας από τους τρεις επόπτες των αρχόντων της αυτοκρατορίας (Δανιήλ 6,2). Και παρόλο που είχε αποκτήσει τόσο μεγάλη θέση δεν έπαψε να πιστεύει στο Θεό, να ενδιαφέρεται για το λαό του, να προσεύχεται και να νηστεύει για τη συγχώρεση των αμαρτιών του (Δανιήλ 9,1-27. 10,2-3).
Η άνοδος του Δανιήλ στα υψηλότερα αξιώματα δημιούργησε φθόνο και αντιπάθειες προς το πρόσωπό του, μέχρι το σημείο να τον συκοφαντήσουν στο βασιλιά (Δανιήλ 6,5-16). Οι κατώτεροι από αυτόν άρχοντες του έστησαν παγίδα. Έπεισαν το βασιλιά Δαρείο να υπογράψει διάταγμα, κατά οποίο οι υπήκοοι του ότι κι αν ήθελαν έπρεπε να το ζητάνε μόνο από τον ίδιο το βασιλιά. Ούτε από ανθρώπους ούτε από Θεό. Οι παραβάτες της βασιλικής εντολής θα ρίχνονταν σε λάκκο με λιοντάρια. Ο Δανιήλ παρά τη διαταγή, συνέχισε να προσεύχεται τρεις φορές την ημέρα στο Θεό του. Τον κατηγόρησαν λοιπόν στο βασιλιά ότι με την προσευχή έκανε αιτήματα στο Θεό, ο οποίος και αναγκάστηκε, παρά τη συμπάθεια που έτρεφε γι' αυτόν, να εφαρμόσει την εντολή του (Δανιήλ 6,17). Ο Δανιήλ ρίχτηκε στο λάκκο με τα λιοντάρια, τα οποία όμως, με τη βοήθεια του Θεού, στέλνοντας έναν άγγελο Του για να τον προστατεύσει, δεν τον πείραξαν. Το ίδιο συνέβη και την επόμενη μέρα. Ο βασιλιάς διαπίστωσε το θαύμα και έδωσε διαταγή πρώτον να ριχτούν στα λιοντάρια κατήγοροι του Δανιήλ, και δεύτερον να σέβονται στο εξής όλοι οι κάτοικοι του βασιλείου το Θεό του μεγάλου προφήτη (Δανιήλ 6,24-25).
Ο Δανιήλ είχε την ικανοποίηση να δει την επιστροφή των Ιουδαίων στην χώρα τους, λόγω όμως της προχωρημένης ηλικίας του δε μπόρεσε να μεταβεί στην Παλαιστίνη, η καρδιά του όμως ήταν πάντα μαζί τους (Δανιήλ 10,19). Και μετά την αναρρίχηση του Κύρου στο θρόνο, ο Δανιήλ εξακολούθησε να διατηρεί τα αξιώματά που είχε (Δανιήλ 1,21).
Η πίστη του Δανιήλ στο Θεό, ήταν παράδειγμα προς μίμηση και ως υπόδειγμα δικαιοσύνης (Εβραίους 11,33, Ιεζεκιήλ 14,14,20) και σοφίας (Ιεζεκιήλ 28,3). Πέθανε σε προχωρημένη ηλικία. Στην Παλαιά Διαθήκη, ένα από τα σπουδαιότερα προφητικά βιβλία είναι αυτό του Δανιήλ, ο οποίος προφήτευσε και τον ερχομό του Υιού του ανθρώπου. Στο βιβλίο του υπάρχουν προφητείες μέχρι το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας, τον καιρό της μεγάλης θλίψης και την ανάσταση των νεκρών (Δανιήλ κεφ. 12). Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμάει τη μνήμη του Δανιήλ και των τριών φίλων του Ανανία, Μισαήλ και Αζαρία στις 17 Δεκεμβρίου.
εικόνα: agiografos.com