Ο πατέρας μου τα παιδικά του χρόνια, τα πέρασε μέσα στις φλόγες της γερμανικής Κατοχής και του εμφυλίου και έχει πολλά να διηγέται για εκείνες τις εποχές. Ο πατέρας του, ο παππούς ο Μιχάλης, μετά τον εμφύλιο, πούλησε το σπίτι, τα ζώα και τα κτήματα για πολύ λίγα χρήματα και μαζί με τη γιαγιά την Σταματίνα και τα τέσσερα παιδιά τους, τον Αντώνη, τον Γιώργο, τη Μαρία και τον Γιάννη, πήραν τον ανήφορο για την Αθήνα. Βλέπεις… ήταν αριστερός ο παππούς ο Μιχάλης και είχε κάνει και φυλακή γι αυτό. Κι όταν όλα έδειχναν να έχουν τελειώσει, ο κυρ Μιχάλης και η οικογένειά του ήταν δακτυλοδεικτούμενοι στα χώματα, που τους γέννησαν… Ήταν αυτό που λέμε σήμερα… δημόσιος κίνδυνος…και μόλυναν με τις ιδέες τους το νου των συνανθρώπων τους.
Ο τόπος πια δεν σήκωνε κανέναν από αυτούς που είχαν μιαν άλλη λογική από την επικρατούσα.
Στην Αθήνα, ο παππούς ο Μιχάλης με τα λίγα χρήματα που πήρε,από όλη την πατρική περουσία στο ευλογημένο Γύθειο,αγόρασε ένα οικόπεδο κι εκεί που κανείς δεν ήξερε ποιος είναι, έκανε μια νέα αρχή. Και δεν τοποθετήθηκε πολιτικά,ποτέ ξανά. Όχι γιατί φοβήθηκε μα γιατί ένιωσε αδειασμένος από όλα και όλους. Και αυτό το άδεισμα τον προίκισε με απάθεια και ματιά καθαρή στο «πολιτικό γιγνεσθαι». Ο πρώτος γιος του, ο θείος μου ο Αντώνης, όντας άριστος μαθητής και υπέροχος νέος,τελείωσε το γυμνάσιο και έδωσε εξετάσεις στην ΣΤΙΑ. Όμως κόπηκε λόγω των πολιτικών φρονημάτων του πατέρα του, του κυρ Μιχάλη. Ακολούθησε ο πατέρας μου…Εκείνος κατάφερε και μπήκε στην Αστυνομία Πόλεων, γιατί κατάφεραν και τον έβαλαν τα τρία αδέλφια της μάνας του, οι θείοι του,που ήταν χωροφύλακες. Όμως όπου και αν πήγαινε τον ακολουθούσε ένας φάκελος παχυλός αριστερών πολιτικών φρονημάτων. Πάντα ήταν ο γιος του κομμουνιστή. Καμμιά φορά το θυμάται και δακρύζει. Ο φάκελος αυτός, χρόνια αργότερα, στη μεταπολίτευση,είπαν πως κάηκε μαζί με παρόμοιους φακέλους, στη Χαλυβουργική. Εγώ πάλι, έχω να θυμάμαι εκείνες τις ματιές που με έκαναν να μη νιώθω καθόλου καλά γιατί ήμουν η κόρη του αστυνομικού κι ύστερα η αδελφή των αστυνομικών.Κι ας ήξερα ότι ο πατέρας μου ήταν ένας λεβέντης που για λόγους ευνόητους ποτέ δεν μετακινήθηκε από το πόστο της Τροχαίας και όταν συνταξιοδοτήθηκε το προσωνύμιο που του αποδόθηκε, ήταν …αυτό του ενάρετου άνδρα. Αναλογιζόμενη τα διχαστικά γεγονότα των ημερών μας που είναι παρόμοια με όλα όσα έχω ακούσει και ζήσει έως τώρα, ευγνωμονώ εκείνους τους προγόνους που καλλιέργησαν μέσα μου τον Ταΰγετο και όχι τον Καιάδα. Ευγνωμονώ τις ρίζες μου που με έμαθαν να αγαπώ και να μην κρίνω ακόμα και να μην κατακρίνω ό,τι δεν ταυτίζεται με την πίστη μου και τη λογική μου. Δεν αρνήθηκα ποτέ και δεν θα αρνηθώ ό,τι με έπλασε, ό,τι με μεγάλωσε, ό,τι με γαλούχησε. Εύχομαι να ανθίζω και να καρπίζω με τον αέρα της δημοκρατίας και το ύδωρ της ελευθερίας, Πολύτιμη κληρονομιά που μας εμπιστεύθηκαν οι πρόγονοί μας μα και ο Κυρίαρχος της ζωής, ο Κύριός μας και Θεός μας, που έπλασε καθέναν από εμάς στολίζοντάς τον με το πιο ακριβό χάρισμα της ζωής, που λέγεται ΑΥΤΕΞΟΥΣΙΟ.
ΤΒΜ