Κυριακή μεσημέρι και η οικογένεια γύρω από το τραπέζι. Αξία μεγάλη ετούτη η μάζωξη ακόμη, ευτυχώς για πολλούς από εμάς φίλοι μου αγαπημένοι. Το θέμα της συζήτησης; Η σκληροκαρδία και η ανθρωποφαγία των καιρών μας και των εποχών μας. Η αφορμή δόθηκε από μια μικρή ιστορία της οποίας γίναμε ακροατές. Γνώριμη η δομή της και το ύφος της σε μένα, αφού τριάντα χρόνια έζησα μέσα στα σχολεία, όπου πολλές φορές αντιμετώπισα την κακή έπαρση και συμπεριφορά και των παιδιών και των γονιών.
Είναι... λέει η ιστορία... ένα παλλικαράκι που παρουσιάστηκε στο στρατό να κάνει τη θητεία του. Όμως ξεκάθαρα διαφαινόταν πως τον χαρακτήριζε μερικός αυτισμός, Ωστόσο ήταν αρκετός για να τον προβληματίζει. Στενοχωριόταν πολύ και…κάποιες φορές έκλαιγε που δεν μπορούσε να σφουγγαρίσσει και του χυνόταν ο κουβάς στο πάτωμα, ενώ οι άλλοι οι στρατιώτες, οι συνομίληκοί του, τον κορόιδευαν και τον αποκαλούσαν άχρηστο. Εκείνος πήγαινε με παράπονο στους ανωτέρους του για να γυρίσει μετά στο θάλαμο και ετούτη τη φορά τα άλλα φανταράκια να τον αποκαλούν ρουφιάνο. Και τότε έπιαναν ξανά τα κλάματα κι έπαιρνε τηλέφωνο τη μανούλα του κι εκείνη του έλεγε από την άλλη γραμμή:
‘’Κάνε υπομονή αγόρι μου…Εσύ είσαι το πιο όμορφο και το πιο καλό παιδάκι…Κάνε υπομονή’’.
Κάποιοι είπαν: ''Κακώς η μάνα του το έστειλε στον στρατό''.
Και ποιος είναι αυτός που μπορεί να κατηγορήσει και να δικάσει μια μάνα που παλεύει με τον λάθος ή με τον σωστό τρόπο να μη στιγματιστεί το παιδί της από αυτήν την άθλια και σκληρόκαρδη κοινωνία;
Οι συνειρμοί που έκανε αυτόματα το μυαλό μου ήταν πολλοί αφού πολλά τέτοια ίδια γεγονότα είχα ζήσεi μέσα στα σχολεία. Ήταν κοινή η απαίτηση γονιών και μαθητών και λυπάμαι που θα το πω πολλές φορές και συναδέλφων:
‘’Να φύγει! Δεν ανήκει εδώ. Βαράει τα παιδιά μας. Δεν τ’αφήνει να κάνουν μάθημα! Να φύγει!’’
Να φύγει για να πάει πού; Πείτε μου πού; Σε ειδικό σχολείο; Μάλιστα. Και μετά; Ποια κοινωνία θα τον δεχτεί ως ενήλικα για να τον ενσωμάτώσει με τα υπόλοιπα μέλη της; Καμμία και ποτέ! Αυτή είναι η απάντηση. Δεν θέλω να υποβαθμίσω τον ρόλο των ειδικών σχολείων, αφού θεωρώ πως επιτελούν μέγιστο έργο, αλλά... δεν είναι όλες οι περιπτώσεις γι αυτό. Πρεπει και ως εκπαιδευτικοί αλλά και ως γονείς να σκύβουμε με αγάπη πάνω από ό,τι φαίνεται πως προβληματίζει. Που μπορεί τελικά και να μην προβληματίζει αν γίνει η σωστή προσέγγιση.
Το πρώτο μας παιδί, ο Νεκτάριος μίσησε το σχολείο εξαιτίας μιας τέτοιας συμπεριφοράς από δασκάλους και συμμαθητές. Όταν έφτασε στη Δευτέρα λυκείου μας είπε: Δεν θέλω να δώσω πανελλήνιες. Δεν μπορώ…Κι εμείς του είπαμε:
‘’Μην τα παρατάς. Φτάσε μέχρι εκεί, πέρνα την πόρτα και δώσε λευκή κόλλα…’Αλλα μην τα παρατάς.'’
Κάποιοι τότε μας κατηγόρησαν πως δεν αντέχουμε να τον δούμε εκτός Πανεπιστημίου.
Εμείς όμως ως γονείς διαισθανόμαστε ότι αυτό το ''μην τα παρατάς'' θα ήταν και το φάρμακο.
Κι έτσι έγινε… πέρασε την πόρτα κι έπιασε 11.000 μόρια…Πέρασε στο Παν. Μεσ. Σπουδών, στη Ρόδο.
Και τότε ξύπνησε για πρώτη φορά το καλό του το ‘’Εγώ’’ και είπε:
‘’Μην με στείλετε στη Ρόδο. Δεν θα το βγάλω…δεν είναι αυτό που θέλω. Το χιλιάρκο που θα δίνετε κάθε μήνα, δώστε το σε ένα κολλέγιο για να σπουδάσω φυσιοθεραπεία. Αυτό θέλω να κάνω’’.
Κι εμείς σεβαστήκαμε την επιθυμία του. Και σήμερα με τη βοήθεια του Θεού, τον καμαρώνουμε γιατί πρώτα τον εκτιμούν πολύ και οι γιατροί και τα νοσοκομεία και οι ασθενείς με τους οποίους συνεργάζεται. Κι εκείνο που κάθε φορά με κάνει να πέφτω από τα σύννεφα, εμένα τη μάνα του τη δασκάλα που με απέλπιζαν δάσκαλοι και καθηγητές αφού όπως έλεγαν είχαν να κάνουν με έναν απρόσεκτο και τεμπέλη μαθητή, είναι οι γνώσεις του που έχει αποκτήσει κυρίως επάνω στην ανατομία του ανθρώπινου σώματος. Λίγο πριν τελειώσει το πανεπιστήμιο, το οποίο πολλοί από τους συμφοιτητές του, το άφησαν στη μέση γιατί δεν ήταν ό,τι πιο εύκολο, τον ρώτησα:
-Βρε αγόρι μου, γιατί μας έσκασες τόσα χρόνια; Και τώρα ‘’έγινε το φως’’ και άνοιξε το μυαλό σου και χωράει τόσες γνώσεις;
Και ξέρετε τι μου απάντησε;
-Είχα μουλαρώσει μάνα κι έλεγα…'Ετσι εσείς; Αλλιώς εγώ.
Μάλιστα είπα και σκέφτηκα...''Ευτυχώς που μουλάρωσε και δεν διάβαζε. Θα μπορούσε να κάνει και οτιδήποτε άλλο...''
Και σήμερα που τα θυμήθηκα όλα αυτά, γιατί κανείς δεν σε αφήνει να τα ξεχάσεις, θυμηθήκαμε και τον Γιακουμάκη…τον φοιτηττή που οδήγησε στον θάνατο ένα μέρος αυτής της κοινωνίας που πολλές φορές φαντάζει πιο κολασμένη και από τους αληθινή κόλαση. Πιο άθλια κι από τους άθλιους του Β. Ουγκώ
Κι επειδή ποτέ γι αυτά τα παιδιά δεν ξεσηκώθηκε κανείς, ούτε διαμαρτυρήθηκε…ούτε σήκωσε πανό, ούτε πήρε μέρος σε πορείες…Και γιατί να το κάμει άλλωστε…αφού μάλλον δεν εξυπηρετούσε και κανέναν πολιτικό στόχο και σκοπό….Γι αυτό κι εμείς, στο σημερινό κυριακάτικο τραπέζι, για άλλη μια φορά γίναμε θεατές της συνέντευξης στην ΕΡΤ, του κτηνοτρόφου Αντρέα Γιακουμάκη, του χαροκαμένου πατέρα που παραμένει αγνός, άκακος, ταπεινός, άσπιλος και αμόλυντος παρόλο που η κοινωνία θέλησε στα τάρταρα να τον πετάξει. Κι ακούγοντάς τον, πίναμε τσικουδιά που όπως λέει κι ο ίδιος είναι φάρμακο, είναι καλωσόρισμα ευγένειας κι αγάπης.
'’Είμαι κτηνοτρόφος, Και αυτό δεν είναι το επάγγελμα μόνο είναι η ζωή μου. Ο βοσκός είναι μια λέξη η οποία περιστοιχίζει τα πάντα και χαρακτηρίζεται από τη φιλοξενία. Γιατί και στα ζώα σου φιλοξενία κάνεις. Τα προσέχεις, τα σέβεσαι, τα φτιάζεις, μεγαλώνεις μαζί τους, καταλαβαίνεις τι θένε πριν να το θένε.
Κι όταν ρωτήθηκε ποιες αξίες έχει κρατήσει απάντησε:
Δυστυχώς για τις μέρες μας οι αξίες είναι πρόβλημα.Οι αξίες που γνωρίζω εγώ μπορεί να είναι λάθος για τον κόσμο ετούτο τώρα. Άμα είσαι ηθικός μπορεί να μην είσαι καλά κι άμα είσαι τίμιος μπορεί να μην είσαι εντάξει. Ρώτησα από πότε η ευγένεια, ο σεβασμός και αξιοπρέπεια έχουν γίνει μειονεκτήματα στον άνθρωπο; Και ξαναρωτώ: Είμαι εγώ λάθος ή είναι οι άλλοι η σωστοί; Αυτά αισθάνομαι και αυτά λέω. Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά από αυτό που λες και από αυτό που αισθάνεσαι. Είναι εύκολο να λες λέξεις…αλλά πόσο τις εφαρμόζεις όμως; Υπάρχουν ανθρώποι που αυτά που λένε τα αισθάνονται κιόλας.
Κι ύστερα τον ρώτησαν τον Αντρέα για τα όνειρα που κάνει για το μέλλον κι εκείνος είπε:
Ονειρεύομαι όλος ο κόσμος να έχει υγεία. Είναι ένα αγαθό που κανείς δεν μπορεί να το καθορίσει κι όλοι μπροστά του φαινόμαστε ίσοι. Κι ο μεγαλύτερος πλούτος του κόσμου είναι οι ανθρώποι. Έχεις ανθρώπους καλούς δίπλα σου κι έχεις τα πάντα.
ΚΙ Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΠΟΥ Σ' ΑΓΑΠΑΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΙΤΕ ΤΟΥ ΔΙΝΕΙΣ ΕΙΤΕ ΔΕΝ ΤΟΥ ΔΙΝΕΙΣ, ΕΙΤΕ ΚΑΝΕΙΣ ΛΑΘΗ ΕΙΤΕ ΣΩΣΤΑ’’.
Αυτός είναι ο Αντρέας Γιακουμάκης, ο πατέρας του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Πράος κι άκακος σαν τα αρνάκια που ποιμαίνει, χωρίς μίσος, κακίες και μνησικακίες, φως και ελπίδα στους άφωτους καιρούς μας.
Μπορείτε να ακούσετε και να δείτε τη συνεντευξη στο you tube. Εμείς βουρκώσαμε και τσουγκρίσαμε με κρητική τσικουδιά 35n που μας έφερε η Ελένη από την Κρήτη.
‘’Αυτή η τσικουδιά έχει έναν ιδιότυπο κανόνα’’, μας είπε.
‘’Δεν την πίνεις ποτέ χωρίς συντροφιά και ποτέ μονάχος’’.
Kι εμείς είπαμε: Αυτήν την τσικουδιά την πίνεις και κλαις για όσους άφησες μονάχους
και δεν τους υπερασπίστηκες από την αγριότητα της ανθρώπινης ψυχής.
Κι ύστερα την ήπιαμε εις μνήμην του Βαγγέλη Γιακουμάκη και του πατέρα του, του άκακου Αντρέα μα και εις υγείαν όλων εκείνων των Βαγγέληδων, των πατεράδων και των μανάδων κι εκείνων των ανθρώπων που σηκώνουν τον Σταυρό του διαφορετικού, και παλεύουν με μια κοινωνία βρώμικη που όμως νιώθει πεντακάθαρη και επιθυμεί να πετά στα Τάρταρα τους αμνούς του Θεού.