Υπόθεση: Σε μια απομονωμένη ακτή της Δανίας, ένας ιερέας ζει μια αυστηρή, περιορισμένη ζωή με τις δύο κόρες του. Ο πατέρας πεθαίνει κάποια στιγμή από γηρατειά, μα οι δύο -μεγάλης ηλικίας πλέον- αδερφές δεν θα πάψουν να ακολουθούν το ηθικό πρότυπό του, ζώντας μόνες και στερούμενες κάθε απόλαυση της ζωής. Ώσπου στο σπίτι φτάνει η Μπαμπέτ, μια Γαλλίδα πρόσφυγας που τους ζητάει δουλειά ως οικονόμος... και τις παρασύρει σε έναν κόσμο όπου οι γευστικές απολαύσεις ξυπνάνε διλήμματα και αμφιβολίε
Ἡ καρδιὰ τῆς ὅλης ταινίας εἶναι ἡ σαφὴς ἀλληγορία της πρὸς ἕνα ἄλλο δεῖπνο, ἑκατοντάδες χρόνια πρίν, στὸ ὁποῖο ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, ὡς «προσφέρων καὶ προσφερόμενος», παρέδιδε ἐδώδιμον καὶ μεταληπτὸν τὸν Ἑαυτόν Του στοὺς δώδεκα φίλους Του.
«Μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπ’ αὐτὴ κανεὶς δὲν ἔχει, ὥστε τὴ ζωή του νὰ δώσει χάριν τῶν φίλων τοῦ», βεβαίωσε ὁ Χριστός μας, συνάπτοντας μὲ τὸν Λόγο Του αὐτὸ τὸ ἀπόλυτο τῆς ἀγάπης, τὸν ἔρωτα δηλαδή, μὲ τὴ θυσία τῆς ἴδιας της ζωῆς ὑπὲρ τοῦ ἐρωμένου προσώπου. Βλέποντας τώρα τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο τοῦ Κυρίου μέσα ἀπὸ τοὺς λόγους αὐτούς, μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε γιατί ὁ δεῖπνος αὐτὸς δὲν ἦταν μία ἁπλὴ συμβολικὴ πράξη ἀλλὰ μία θυσιαστικὴ κένωση τοῦ Θεοῦ μὲ ἐσχατολογική, αἰώνια προοπτική, τῆς ὁποίας ἡ ὑπαρκτικὴ ὁλοκλήρωση καὶ νοηματοδότηση θὰ δινόταν λίγες μέρες μετὰ ἐπάνω στὸν Σταυρό.
π. Βασίλειος Χριστοδούλου